ἰωνίσκος

ἰωνίσκος
ἰωνίσκος
masc nom sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • ιωνίσκος — ἰωνίσκος, ὁ (Α) [Ίωνες] το ψάρι χρύσοφρυς …   Dictionary of Greek

  • ἰωνίσκον — ἰωνίσκος masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ίωνες — Ένα από τα τέσσερα ελληνικά φύλα, το οποίο περιλάμβανε είτε τους Έλληνες της Αττικής και της Εύβοιας είτε τους αποίκους εκείνους οι οποίοι περίπου στα τέλη της 2ης χιλιετίας π.Χ. εγκαταστάθηκαν στις ακτές της Μικράς Ασίας μεταξύ των κοιλάδων του… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”